Στις μέρες μας γίνονται συνεχείς αναφορές σε Μακεδονικό Ζήτημα, σε διακρατικές συμφωνίες και σε προβληματικές σχέσεις στην πάντοτε ταραγμένη περιοχή των Βαλκανίων.
Το Μακεδονικό Ζήτημα ξεκίνησε ως μία συνιστώσα του Ανατολικού Ζητήματος και σχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση του βουλγαρικού εθνικισμού ήδη από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα και με την προσπάθεια να περιληφθεί ολόκληρη η Μακεδονία αλλά και η Θράκη στο βουλγαρικό κράτος που θα δημιουργούνταν στα οθωμανικά εδάφη νοτίως του Δουνάβεως κατά το δεύτερο μισό του ιδίου αιώνα.
Με την πάροδο του χρόνου παράλληλα με την μη ουσιαστική λύση του Ανατολικού Ζητήματος συνεχίστηκε να υφίσταται και το «Μακεδονικό Ζήτημα» αλλάζοντας μορφές και με πρόσθετους πρωταγωνιστές, αλλά με την ουσία του για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό να παραμένει η ίδια δηλαδή τον κίνδυνο της απώλειας της Μακεδονίας και κατά συνέπεια το θανάσιμο ακρωτηριασμό της χώρας και του Ελληνισμού.
Το έτος 1878 αποτελεί ένα έτος ορόσημο για το «Μακεδονικό Ζήτημα» αφού το στις 19 Φεβρουαρίου/3 Μαρτίου του έτους αυτού με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου έληξε ο ρωσο-οθωμανικός πόλεμος που είχε ξεκινήσει τον Απρίλιο του προηγούμενου έτους 1877. Με τη συνθήκη αυτή δημιουργούνταν ένα μεγάλο τύποις αυτόνομο βουλγαρικό πριγκιπάτο (Μεγάλη Βουλγαρία) που περιελάμβανε ολόκληρη τη Μακεδονία με εξαίρεση τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική, μεγάλο μέρος της Θράκης, καθώς και περιοχές της Ηπείρου, της Αλβανίας και της Σερβίας στερώντας τον Ελληνισμό από τις αρχαίες κοιτίδες του και κόβοντας τον στα δύο ακρωτηριάζοντας τον έτσι θανάσιμα με άμεσο κίνδυνο συρρίκνωσης και αφανισμού του.
Ένας Ελληνισμός που ύστερα από σχεδόν πέντε αιώνες υποδούλωσης κατά κύριο λόγο στους Οθωμανούς Τούρκους και κατά δευτερεύοντα στους Ενετούς και αργότερα στους Άγγλους (Επτάνησα), είχε βγει από ένα μεγάλο τέλμα έχοντας ιδρύσει το 1830 το ανεξάρτητο κράτος της Ελλάδας, έστω με περιορισμένη έκταση, με την προσθήκη των παραχωρηθέντων από τη Μεγάλη Βρετανία Επτανήσων το 1864.[1]
Ένας Ελληνισμός του οποίου το μεγαλύτερο τμήμα και το πλέον εύρωστο οικονομικά αλλά και πνευματικά και πολιτιστικά βρίσκονταν ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία και διέθετε ένα οικουμενικό κέντρο στην Κωνσταντινούπολη όπου εκτός από το Οικουμενικό Πατριαρχείο που ηγείτο της ελληνοορθόδοξης εθνικοθρησκευτικής κοινότητας-μιλλέτ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και των απανταχού γης Ορθοδόξων Χριστιανών, αναπτύσσονταν μια ισχυρή αστική τάξη, ενώ σημαντικοί νεοφαναριώτες στελέχωναν τον οθωμανικό κρατικό μηχανισμό έστω και σε ποσοστό εκπροσώπησης κατά πολύ κατώτερο από την πληθυσμιακή αναλογία και την οικονομική και πολιτιστική δύναμη των Ελλήνων της αυτοκρατορίας.
[1] Το Φεβρουάριο του 1830 υπογράφηκε στο Λονδίνο από τις τρεις συμμαχικές Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) η πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, με τα σύνορά της στη γραμμή Αχελώου - Σπερχείου ποταμού. Δυο χρόνια αργότερα, το 1832, τα σύνορα του ελληνικού κράτους διευρύνθηκαν στη γραμμή Αμβρακικού κόλπου – Παγασητικού κόλπου με την Ελλάδα να περιλαμβάνει την Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα τις Σποράδες και τις Κυκλάδες. ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ σε ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ 1770-2000, Αθήνα 2003, τόμος 3ος, σελ. 265-266.
Χαρακτηριστικά Βιβλίου | |
ISBN-13 | 9786185206901 |
Συγγραφέας | ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΚΟΒΕΣΗΣ |
Εξώφυλλο | ΧΑΡΤΟΔΕΤΟ |
Διαστάσεις | 17Χ24 |
Αριθμ. Σελίδων | 111 |
Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ Η ΘΡΑΚΗ ΣΕ ΚΡΙΣΙΜΗ ΦΑΣΗ: Ο κίνδυνος απώλειας της Μακεδονίας και της Θράκης για τον Ελληνισμό με τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου το Μάρτιο του 1878
- Εκδότης: ΣΠΑΝΙΔΗΣ
- ISBN: 978-618-5206-90-1
- Διαθεσιμότητα: 1
-
12,72€
- Χωρίς ΦΠΑ: 12,00€